🇬🇧 en el 🇬🇷
shut up interjection
/ʃʌt ˈʌp/
,
[ʃʌt̚ ˈʌp]
,
[ʃʌʔ ˈʌp]
,
[ʃʌˈɾʌp]
|
|
---|---|
|
σκάσε, βούλωσέ το, σκασμός |
|
άντε, έλα, σώπα, τι λες τώρα, τι μου λες |
Wiktionary Links
- English: shut up